in situ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
in situ
- στη «φυσική»/«αρχική» θέση
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
in situ στη Βικιπαίδεια