situs
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
Λατινικά (la) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- situs < sino
Μετοχή[επεξεργασία]
situs
- μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος sino
Επίθετο[επεξεργασία]
situs
Κλίση[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | situs | sita | situm | sitī | sitae | sita |
γενική | sitī | sitae | sitī | sitōrum | sitārum | sitōrum |
δοτική | sitō | sitae | sitō | sitīs | sitīs | sitīs |
αιτιατική | situm | sitam | situm | sitōs | sitās | sita |
κλητική | site | sita | situm | sitī | sitae | sita |
αφαιρετική | sitō | sitā | sitō | sitīs | sitīs | sitīs |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
situs αρσενικό
- θέση, τόπος, τοποθεσία
- ίδρυση, κατασκευή, οικοδόμηση
- αχρηστία, παραμέληση
- ρύπος, σκόνη, βρομιά
- απραξία, νωθρότητα, αδράνεια
- λήθη
Κλίση[επεξεργασία]
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | situs | sitūs |
γενική | sitūs | situum |
δοτική | situī | sitibus |
αιτιατική | situm | sitūs |
κλητική | situs | sitūs |
αφαιρετική | sitū | sitibus |