Μετάβαση στο περιεχόμενο

incarcerate

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɪnˈkɑːsəreɪt/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ɪnˈkɑɹ.səˌɹeɪt/ (ΗΠΑ)

incarcerate (en)