Μετάβαση στο περιεχόμενο

inclinaison

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
inclinaison inclinaisons

inclinaison (fr) θηλυκό