inhospitalière
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.nɔs.pi.ta.ljɛʁ/
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
inhospitalière | inhospitalières |
inhospitalière (fr)
- θηλυκό του inhospitalier