instrumentiste

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
instrumentiste instrumentistes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

instrumentiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό