interoperable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- interoperable < interoperate + -able ή inter- + operable
Επίθετο[επεξεργασία]
interoperable (en)
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- interoperable στην αγγλική Βικιπαίδεια