investment grade
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- investment grade < → δείτε τις λέξεις investment και grade
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
investment grade (en)
- (οικονομία) επενδυτική βαθμίδα
- συντομογραφία: IG
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- investment grade στην αγγλική Βικιπαίδεια