kick ass

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
kick ass < → δείτε τις λέξεις kick και ass

Έκφραση

[επεξεργασία]

kick ass (en) (χυδαίο)

  1. είμαι επιθετικός εναντίον κάποιου
  2. επιβάλλομαι με δύναμη και επιθετικότητα