kumbull
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αλβανικά (sq)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- kumbull < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *gem- (αρπάζω, κρατώ, είμαι γεμάτος)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
kumbull (sq)