kurde
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
kurde | kurdes |
kurde (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]kurde (fr)
![]() |
ενικός | πληθυντικός |
kurde | kurdes |
kurde (fr) αρσενικό ή θηλυκό
kurde (fr)