Μετάβαση στο περιεχόμενο

kurde

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Kurde

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
kurde kurdes

kurde (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

kurde (fr)

Συγγενικά

[επεξεργασία]