kwiat
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σε:
πλοήγηση
,
αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
kwiat
(pl)
αρσενικό
το
άνθος
, το
λουλούδι
Παράγωγες λέξεις
[
επεξεργασία
]
kwiaciarnia
kwiatek
kwiatuszek
Κατηγορίες
:
Ουσιαστικά (πολωνικά)
Πολωνική γλώσσα
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Παραλλαγές
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πύλες
Τυχαία σελίδα
συνεισφορά
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Πρόσφατες αλλαγές
Νέες σελίδες
βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δημιουργία
Δωρεές
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Έκδοση εκτύπωσης
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Άλλες γλώσσες
Azərbaycanca
ᏣᎳᎩ
Čeština
Cymraeg
Deutsch
English
Esperanto
Eesti
Euskara
فارسی
Suomi
Na Vosa Vakaviti
Français
Frysk
Hrvatski
Magyar
Ido
Italiano
日本語
ಕನ್ನಡ
한국어
Latina
Lietuvių
Malagasy
Монгол
Polski
Русский
Svenska
தமிழ்
ไทย
Türkçe
Oʻzbekcha/ўзбекча