lamineur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
lamineur | lamineurs |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
lamineur (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
lamineur | lamineurs |
lamineur (fr) αρσενικό