Μετάβαση στο περιεχόμενο

lichen

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
lichen lichens

lichen (fr) αρσενικό