lycéen
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | lycéen | lycéens |
θηλυκό | lycéenne | lycéennes |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]lycéen (fr) αρσενικό
- μαθητής λυκείου
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | lycéen | lycéens |
θηλυκό | lycéenne | lycéennes |
lycéen (fr) αρσενικό