métallophone
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
métallophone | métallophones |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
métallophone (fr) αρσενικό
- το βιμπράφωνο (ή βιμπραφόν)
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- Το métallophone αποκαλείται συχνά, αλλά καταχρηστικά, xylophone.