malt
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
malt (en)
- η βύνη
Ρήμα[επεξεργασία]
malt (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
malt | malts |
malt (fr) αρσενικό
- η βύνη