manifestação
Εμφάνιση
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
manifestação | manifestações |
manifestação (pt) θηλυκό
- η εκδήλωση
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
manifestação | manifestações |
manifestação (pt) θηλυκό