men
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]men (en)
Δανικά (da)
[επεξεργασία]
Σύνδεσμος
[επεξεργασία]men (da)
Νορβηγικά (no)
[επεξεργασία]
Σύνδεσμος
[επεξεργασία]men (no)