microseconde

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
microseconde microsecondes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

microseconde (fr) θηλυκό