midst
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
midst (en)
- in the midst of a financial crisis - εν μέσω οικονομικής κρίσης