monocellulaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
monocellulaire | monocellulaires |
Επίθετο[επεξεργασία]
monocellulaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
monocellulaire | monocellulaires |
monocellulaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό