moustérien
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- moustérien < Moustier
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | moustérien | moustériens |
θηλυκό | moustérienne | moustériennes |
moustérien (fr)
- μουστέριος
- l'époque moustérienne - η μουστέρια περίοδος