moustérien

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

moustérien < Moustier

Επίθετο[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό moustérien moustériens
θηλυκό moustérienne moustériennes

moustérien (fr)

  1. μουστέριος
    l'époque moustérienne - η μουστέρια περίοδος