musclé
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | musclé | musclés |
θηλυκό | musclée | musclées |
Επίθετο
[επεξεργασία]musclé (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | musclé | musclés |
θηλυκό | musclée | musclées |
musclé (fr)