mystic
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mystic (en)
- ο μύστης, ο μυσταγωγός
- ο μυστικιστής
Επίθετο[επεξεργασία]
mystic (en)