neurocirurgião
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
neurocirurgião (pt) < από το neuro- + cirurgião
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
neurocirurgião | neurocirurgiões |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
neurocirurgião (pt) θηλυκό neurocirurgiã