non-paiement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
non-paiement | non-paiements |
non-paiement (fr) αρσενικό
- η μη καταβολή χρηματικού ποσού
ενικός | πληθυντικός |
non-paiement | non-paiements |
non-paiement (fr) αρσενικό