occultation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
occultation | occultations |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]occultation (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
occultation | occultations |
occultation (fr) θηλυκό