offence
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]offence (en) (βρετανική γραφή)
- η επίθεση
- η προσβολή (σε κάποιες περιπτώσεις μεταφράζουμε επιθετική στάση για να μην προκύψει νοηματική σύγχυση)
- η επιθετική στάση