offing
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
offing (en)
- η περιοχή της θάλασσας κοντά στον ορίζοντα (σχετική τοποθεσία αναλόγως της θέσης παρατήρησης)
- απόμακρο θαλάσσιο κομμάτι-τμήμα-περιοχή σε θέα