operă
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρουμανικά (ro)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
operă (ro) θηλυκό (πληθυντικός: opere)
Δείτε επίσης : Opera, opera, opéra, ópera |
operă (ro) θηλυκό (πληθυντικός: opere)