overnight
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
overnight (en) (χωρίς παραθετικά)
- αποβραδίς, μέσα σε μια νύχτα
- ↪ Everything was ready overnight.
- Ήταν όλα έτοιμα αποβραδίς.
- ↪ The situation changed overnight.
- Η κατάσταση άλλαξε μέσα σε μια νύχτα.
- ↪ Everything was ready overnight.
Πηγές[επεξεργασία]
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 98, 595. ISBN 9780194325684., λήμμα: αποβραδίς, νύχτα