night
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
night | nights |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- night < μέση αγγλική night, nighte, nyght, naht < αγγλοσαξονική niht, neht, nyht, neaht < πρωτογερμανική *nahts < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *nókʷts (σκοτάδι)
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
night (en)
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- λέμε: at night (την νύχτα)
- (γραμματική πρόθεση at)
[επεξεργασία]
Σύνθετα[επεξεργασία]
- midnight
- nightclothes
- nightdress
- nightfall
- nightgown
- nightingale
- nightlife
- nightman
- nightmare
- nightspot
- nightstick
- nighttime
- tonight
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
night στην αγγλική Βικιπαίδεια
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλοσαξονικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτογερμανική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Ομόηχα (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)