paradigme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
paradigme paradigmes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

paradigme (fr) ουδέτερο