passager

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pa.sa.ʒe/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

passager (fr) αρσενικό, passagère θηλυκό

Επίθετο[επεξεργασία]

passager (fr) αρσενικό, passagère θηλυκό