patchholder
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pachˈhōl-dər/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
patchholder (en)
- (αργκό, ΗΠΑ) πλήρες μέλος λέσχης μηχανόβιων