pelvis
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pelvis (la)
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pelvis (en)
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- pelvis < λατινική
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pelvis (fr) αρσενικό άκλιτο