Μετάβαση στο περιεχόμενο

peri

Από Βικιλεξικό
ρήμα peri
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας peras peranta perata
αόριστος peris perinta perita
μέλλοντας peros peronta perota
υποθετική perus - -
προστακτική peru - -

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
peri < per- + -i

peri (eo)


peri

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
peri < (άμεσο δάνειο) περσική پری (peri)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pɛˈɾi/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

peri (tr)