phlegmatique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /flɛɡ.ma.tik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
phlegmatique | phlegmatiques |
phlegmatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό