phonéticien
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | phonéticien | phonéticiens |
θηλυκό | phonéticienne | phonéticiennes |
Επίθετο[επεξεργασία]
phonéticien (fr)
- επιστήμονας εξειδικευμένος στη φωνητική