photo-électrique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /fɔ.to.e.lɛk.tʁik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
photo-électrique | photo-électriques |
photo-électrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό