pins and needles
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]pins and needles (en) (μη μετρήσιμο)
- το μυρμήγκιασμα, η μυρμηκίαση
- ⮡ I have pins and needles in my legs.
- Έχω μυρμηκίαση στα πόδια.
- ⮡ I have pins and needles in my legs.
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- pins and needles στην αγγλική Βικιπαίδεια