pluridisciplinarité

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
pluridisciplinarité pluridisciplinarités

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

pluridisciplinarité (fr) θηλυκό