pogrome

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

pogrome < ρωσική

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
pogrome pogromes

pogrome (fr), pogrom αρσενικό