pogrom
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pogrom (en)
- το πογκρόμ
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- pogrom < ρωσική
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
pogrom | pogroms |
- το πογκρόμ