portemine
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
portemine | portemines |
portemine (fr) και porte-mine αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
portemine | portemines |
portemine (fr) και porte-mine αρσενικό