primero
Εμφάνιση
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]
Επίρρημα
[επεξεργασία]primero (es)
- πρώτα, πρώτον
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | primero | primeros |
θηλυκό | primera | primeras |
primero (es)
primero (es)
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | primero | primeros |
θηλυκό | primera | primeras |
primero (es)