produco

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

produco (la)

  1. φέρω προ άλλων
  2. εκθέτω προς πώληση
  3. παρουσιάζω
  4. επεκτείνω, τραβάω
  5. φέρνω στο φως, αποκαλύπτω, εκθέτω
  6. προχωρώ
  7. (γραμματική) στην προφορά λέξεων, παρατείνω, επιμηκύνω
  8. φυτεύω, καλλιεργώ