παρουσιάζω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- παρουσιάζω < ελληνιστική κοινή παρουσιάζω < αρχαία ελληνική παρουσία < πάρειμι < παρά + εἰμί ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική présenter)
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pa.ɾu.siˈa.zo/
Ρήμα[επεξεργασία]
παρουσιάζω (παθητική φωνή: παρουσιάζομαι)
- δείχνω, φανερώνω κάτι
- ο υπουργός παρουσίασε στο κοινοβούλιο το νέο νομοσχέδιο
- κάνω φανερή την παρουσία κάποιου πράγματος ή ιδιότητας
- το χρηματιστήριο παρουσίασε άνοδο
- προβάλλω κάποια ιδιότητα που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα
- πολύ εύκολα μας τα παρουσιάζεις τα πράγματα
- συστήνω κάποιον
- ο νέος παρουσίασε στους συγγενείς τη μέλλουσα γυναίκα του
- ανεβάζω παράσταση
- (τηλεόραση -ραδιόφωνο) είμαι ο παρουσιαστής, ο εκφωνητής ή ο συντονιστής μιας εκπομπής
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- παρουσιάστε!: στρατιωτικό παράγγελμα για την απόδοση τιμών από ένοπλο άγημα
[επεξεργασία]
- απαρουσίαστος
- αυτοπαρουσιάζομαι
- αυτοπαρουσιαζόμενος
- αυτοπαρουσίαση
- αυτοπαρουσιασμένος
- βιβλιοπαρουσίαση
- δισκοπαρουσίαση
- ευπαρουσίαστα
- ευπαρουσίαστος
- ξαναπαρουσιάζω
- παρουσίαση
- παρουσιάσιμος
- παρουσιασμένος
- παρουσιαστής
- παρουσιαστικό
- παρουσιάστρια
- πρωτοπαρουσιαζόμενος
- πρωτοπαρουσιάζω
- πρωτοπαρουσιασμένος
- συμπαρουσιάζω
- συμπαρουσιαστής
- συμπαρουσιάστρια
- τηλεπαρουσιαστής
- τηλεπαρουσιάστρια
- → δείτε τις λέξεις παρουσία, παρών και είμαι
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ρήματα (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)