prompte

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
prompte promptes

Επίθετο

[επεξεργασία]

prompte (fr) αρσενικό ή θηλυκό